αιπυόρνις

αιπυόρνις
(aepyornis). Γιγαντιαίο πουλί της τάξης των δρομέων, της οικογένειας των αιπυορνιθίδων, που έζησε σχετικά πρόσφατα (έως τον 16ο ή 17ο αι.) στη Μαδαγασκάρη όπου βρέθηκαν άφθονοι ημιαπολιθωμένοι σκελετοί και αβγά. Η α., που έμοιαζε πολύ με στρουθοκάμηλο, έφτανε σε ύψος τα 3 μ., ενώ τα αβγά της μπορούσαν να ξεπεράσουν σε μήκος τα 30 εκ. Το κρανίο της ήταν σχετικά μικρό και τα φτερά της ατροφικά, διέθετε όμως γερές κνήμες με 4 ισχυρά δάχτυλα στην καθεμία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αιπύς — αἰπύς, εῑα, ύ (Α) 1. ψηλός, απόκρημνος 2. (για τον θάνατο) αυτός που εφορμά από ψηλά, ορμητικός, βίαιος 3. ολοσχερής, ολοκληρωτικός, πλήρης, τέλειος, οξύς 4. (για πάθη) φλογερός, δυνατός 5. στη Μυκην. η λ. μαρτυρείται έμμεσα με το κύριο όνομα… …   Dictionary of Greek

  • Μαδαγασκάρη — Νησιωτικό κράτος του Ινδικού ωκεανού που χωρίζεται από τη νοτιοανατολική ακτή της Αφρικής με τον πορθμό της Μοζαμβίκης.H M. αποτελείται από το ομώνυμο νησί –που είναι το τέταρτο μεγαλύτερο νησί του κόσμου μετά τη Γροιλανδία, τη Nέα Γουινέα και τη …   Dictionary of Greek

  • τεταρτογενές — Oνομάζεται και νεοζωικό. Η τελευταία γεωλογική περίοδος, που συνεχίζεται έως την εποχή μας. Ο χρόνος έναρξης του τ. αμφισβητείται και ερευνήθηκαν διάφορες απόψεις, όπως π.χ. η μετανάστευση των ελεφάντων και των βοοειδών στην Ευρώπη, η εμφάνιση… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”